Η λέξη “λαθρομετανάστης” από το καθαρά φασιστικό λεξιλόγιο ακραίων εθνικιστών και δηλωμένων ναζιστών, έχει περάσει σε καθημερινούς ανθρώπους που θεωρούν ότι με αυτό τον τρόπο περιγράφουν κάποιον που έχει διαπράξει κάποια παρανομία. Το πρώτο συνθετικό της λέξης “λάθρο-” είναι φορτισμένο με αρνητική σημασία και δημιουργεί συνειρμούς τύπου “λαθρεπιβάτης”, “λαθρέμπορος” κτλ, βάζοντας στην ίδια μοίρα ανθρώπους που αναζητούν καλύτερη ζωή (λες και είχαν όρεξη να ξενιτευτούν) με άτομα που παραβιάζουν νόμους ή κανονισμούς.
Ακόμη και η ίδια η ελληνική νομοθεσία αποφεύγει να χρησιμοποιήσει τον όρο “λαθρομετανάστης”. Ούτε για πρόσωπα, ούτε για την ίδια την μετανάστευση ως μετακίνηση πληθυσμού. Η υιοθέτηση της συγκεκριμένης λέξης έχει καλλιεργηθεί εντέχνως από ρατσιστικούς και ξενοφοβικούς κύκλους, με τις ευλογίες των media, που όλο και πιο συχνά την χρησιμοποιούν στο καθημερινό λεξιλόγιο. Η ένταξη αυτής της απεχθούς λέξης, ουσιαστικά έχει ως στόχο να ποινοκοποιήσει τους μετανάστες, αλλά και να δικαιολογήσει το οπλισμένο χέρι κάθε αμόρφωτου πιθήκου.
Προφανώς η μετανάστευση είναι σημαντικότατο πρόβλημα όλων των δυτικών κοινωνιών, με τα κύρια αίτιά της να εντοπίζονται στον επεκτατισμό των μεγάλων δυνάμεων, αλλά και στα απολυταρχικά καθεστώτα σε κράτη της Αφρικής και της Ασίας. Το να αποκαλείς κάποιον “λαθρομετανάστη”, ουσιαστικά τον θεωρείς παράνομο, προσβάλλοντας την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του. Πουθενά στον δημόσιο λόγο δεν προβλέπεται να θεωρείς κάποιον ένοχο μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Το να επιτίθεσαι ουσιαστικά στην προσωπικότητα ενός ατόμου, είναι απάνθρωπο και χυδαίο. Πέρα τούτου είναι και πολιτικά ανήθικο.
Εκτός από το υπαρκτό πρόβλημα που δημιουργείται με την γκετοποίηση δεκάδων εκατοντάδων ανθρώπων, θα πρέπει να σταθούμε στον ρόλο των ΜΜΕ, που διαχρονικά αναδεικνύουν την μετανάστευση ως αιτία της υποβάθμισης των περιοχών και της εγκληματικότητας. Σε συνδυασμό με την αγανάκτηση και την απελπισία κατοίκων περιοχών που έχουν αφεθεί επίτηδες στην μοίρα τους, κάνουν ευρέως αποδεκτή την χρήση του “λαθρομετανάστης”. Επίσης ο μισαλλόδοξος λόγος της ακροδεξιάς νομιμοποιήθηκε από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, τοποθετώντας το ζήτημα ως το μόνο άξιο λόγου, πετώντας κάτω από το χαλί, τις πολιτικές που απαξιώνουν την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ψιλά γράμματα για ορισμένους.
Όταν “επιφανείς” υπουργοί στιγμάτιζαν τους μετανάστες ως “υγειονομική βόμβα” (κάτι που έκαναν και για άλλες κοινωνικές ομάδες), άνοιγαν την πόρτα των…σαλονιών στην ακροδεξιά. Έτσι, μετά το
πέρασμα της λέξης “λαθρομετανάστης” στο λεξιλόγιο του νοικοκυραίου, ευκολότερα έγιναν αποδεκτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι “σκούπες” στο κέντρο της Αθήνας και η εκ των προτέρων ενοχοποίηση όσων δεν είναι Έλληνες.
Η κράτηση σε στρατόπεδα όμως, προϋποθέτει αδίκημα, ενώ όσοι συλλαμβάνονται στα σύνορα, δεν μπορούν να κρατούνται για πάνω από 60 ημέρες. Οι διεθνείς συμβάσεις προβλέπουν ότι μέσα σ’ αυτό το διάστημα, το κράτος πρέπει να έχει απαντήσει στο αίτημά τους. Στην Ελλάδα δεν έχει συμβεί το εξής αυτονόητο: Να κατηγοριοποιηθούν οι μετανάστες: Δηλαδή πόσοι ζητούν άσυλο, πόσοι είναι οικονομικοί μετανάστες κοκ. Αν κάποιος δεν δικαιούται παραμονή στην χώρα, πρέπει -κατά την συστημική ρητορεία- να απελαθεί.
Όμως, ακόμα και η απέλαση δεν είναι μια απλή διαδικασία, γι’ αυτό παραπλανούν τον κόσμο όλοι όσοι νομίζουν πως παίζοντας το ξενοφοβικό χαρτί των απελάσεων, θα κερδίσουν ψηφοφόρους. Η απέλαση προϋποθέτει αναγνώριση του προσώπου και ταυτοποίηση των στοιχείων του με την χώρα απ’ όπου προέρχεται. Αν η ίδια η χώρα του δεν τον αναγνωρίζει πως θα τον διώξεις, με ποιον τρόπο; Ακόμη και οι τυχόν επαναπροωθήσεις, στις χώρες απ’ τις οποίες μεταβαίνουν εδώ δεν μπορεί να αποτελέσει σοβαρή λύση.
Η μετανάστευση για να λυθεί οριστικά και για να μην περνάει στα μυαλά των πολλών ως πρόβλημα, χρειάζονται αλλαγές παγκοσμίου επιπέδου και κυρίως στην παύση όλων των πολεμικών επιχειρήσεων και στον εκδημοκρατισμό των κοινωνιών, αλλά όχι με τον αμερικάνικο τρόπο.
Μέχρι να συμβεί αυτό, καλό είναι ν’ αποφεύγονται όροι σαν τον “λαθρομετανάστη”, καθώς δικαιώνουν οποιαδήποτε άρρωστη νοοτροπία και αγιοποιούν κάθε αυτοδικία που κρύβεται πίσω από τον ρατσισμό, όπως ο ελέφαντας πίσω από παπαρούνα. Οι άνθρωποι δεν είναι προβλήματα, αλλά έχουν προβλήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε μετανάστης βεβαίως, είναι και αδελφός μας, όπως δεν μπορεί να είναι και κάθε Έλληνας.
Ακόμη και η ίδια η ελληνική νομοθεσία αποφεύγει να χρησιμοποιήσει τον όρο “λαθρομετανάστης”. Ούτε για πρόσωπα, ούτε για την ίδια την μετανάστευση ως μετακίνηση πληθυσμού. Η υιοθέτηση της συγκεκριμένης λέξης έχει καλλιεργηθεί εντέχνως από ρατσιστικούς και ξενοφοβικούς κύκλους, με τις ευλογίες των media, που όλο και πιο συχνά την χρησιμοποιούν στο καθημερινό λεξιλόγιο. Η ένταξη αυτής της απεχθούς λέξης, ουσιαστικά έχει ως στόχο να ποινοκοποιήσει τους μετανάστες, αλλά και να δικαιολογήσει το οπλισμένο χέρι κάθε αμόρφωτου πιθήκου.
Προφανώς η μετανάστευση είναι σημαντικότατο πρόβλημα όλων των δυτικών κοινωνιών, με τα κύρια αίτιά της να εντοπίζονται στον επεκτατισμό των μεγάλων δυνάμεων, αλλά και στα απολυταρχικά καθεστώτα σε κράτη της Αφρικής και της Ασίας. Το να αποκαλείς κάποιον “λαθρομετανάστη”, ουσιαστικά τον θεωρείς παράνομο, προσβάλλοντας την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του. Πουθενά στον δημόσιο λόγο δεν προβλέπεται να θεωρείς κάποιον ένοχο μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Το να επιτίθεσαι ουσιαστικά στην προσωπικότητα ενός ατόμου, είναι απάνθρωπο και χυδαίο. Πέρα τούτου είναι και πολιτικά ανήθικο.
Εκτός από το υπαρκτό πρόβλημα που δημιουργείται με την γκετοποίηση δεκάδων εκατοντάδων ανθρώπων, θα πρέπει να σταθούμε στον ρόλο των ΜΜΕ, που διαχρονικά αναδεικνύουν την μετανάστευση ως αιτία της υποβάθμισης των περιοχών και της εγκληματικότητας. Σε συνδυασμό με την αγανάκτηση και την απελπισία κατοίκων περιοχών που έχουν αφεθεί επίτηδες στην μοίρα τους, κάνουν ευρέως αποδεκτή την χρήση του “λαθρομετανάστης”. Επίσης ο μισαλλόδοξος λόγος της ακροδεξιάς νομιμοποιήθηκε από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, τοποθετώντας το ζήτημα ως το μόνο άξιο λόγου, πετώντας κάτω από το χαλί, τις πολιτικές που απαξιώνουν την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ψιλά γράμματα για ορισμένους.
Όταν “επιφανείς” υπουργοί στιγμάτιζαν τους μετανάστες ως “υγειονομική βόμβα” (κάτι που έκαναν και για άλλες κοινωνικές ομάδες), άνοιγαν την πόρτα των…σαλονιών στην ακροδεξιά. Έτσι, μετά το
πέρασμα της λέξης “λαθρομετανάστης” στο λεξιλόγιο του νοικοκυραίου, ευκολότερα έγιναν αποδεκτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι “σκούπες” στο κέντρο της Αθήνας και η εκ των προτέρων ενοχοποίηση όσων δεν είναι Έλληνες.
Η κράτηση σε στρατόπεδα όμως, προϋποθέτει αδίκημα, ενώ όσοι συλλαμβάνονται στα σύνορα, δεν μπορούν να κρατούνται για πάνω από 60 ημέρες. Οι διεθνείς συμβάσεις προβλέπουν ότι μέσα σ’ αυτό το διάστημα, το κράτος πρέπει να έχει απαντήσει στο αίτημά τους. Στην Ελλάδα δεν έχει συμβεί το εξής αυτονόητο: Να κατηγοριοποιηθούν οι μετανάστες: Δηλαδή πόσοι ζητούν άσυλο, πόσοι είναι οικονομικοί μετανάστες κοκ. Αν κάποιος δεν δικαιούται παραμονή στην χώρα, πρέπει -κατά την συστημική ρητορεία- να απελαθεί.
Όμως, ακόμα και η απέλαση δεν είναι μια απλή διαδικασία, γι’ αυτό παραπλανούν τον κόσμο όλοι όσοι νομίζουν πως παίζοντας το ξενοφοβικό χαρτί των απελάσεων, θα κερδίσουν ψηφοφόρους. Η απέλαση προϋποθέτει αναγνώριση του προσώπου και ταυτοποίηση των στοιχείων του με την χώρα απ’ όπου προέρχεται. Αν η ίδια η χώρα του δεν τον αναγνωρίζει πως θα τον διώξεις, με ποιον τρόπο; Ακόμη και οι τυχόν επαναπροωθήσεις, στις χώρες απ’ τις οποίες μεταβαίνουν εδώ δεν μπορεί να αποτελέσει σοβαρή λύση.
Η μετανάστευση για να λυθεί οριστικά και για να μην περνάει στα μυαλά των πολλών ως πρόβλημα, χρειάζονται αλλαγές παγκοσμίου επιπέδου και κυρίως στην παύση όλων των πολεμικών επιχειρήσεων και στον εκδημοκρατισμό των κοινωνιών, αλλά όχι με τον αμερικάνικο τρόπο.
Μέχρι να συμβεί αυτό, καλό είναι ν’ αποφεύγονται όροι σαν τον “λαθρομετανάστη”, καθώς δικαιώνουν οποιαδήποτε άρρωστη νοοτροπία και αγιοποιούν κάθε αυτοδικία που κρύβεται πίσω από τον ρατσισμό, όπως ο ελέφαντας πίσω από παπαρούνα. Οι άνθρωποι δεν είναι προβλήματα, αλλά έχουν προβλήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε μετανάστης βεβαίως, είναι και αδελφός μας, όπως δεν μπορεί να είναι και κάθε Έλληνας.
Υπάρχει και κάτι χειρότερο: Χθες μί ακαλή ηλικιωμένη κυρία, αν και φτωχή κρίνοντας από τα ρούχα της απλά μουρμούριζε: "βρομιάριδες!"
ΑπάντησηΔιαγραφή