Αυξημένο είναι το ενδιαφέρον για παροχή κοινωφελούς εργασίας από καταδικασθέντες και φορείς, που μπορούν να τους απασχολήσουν
Εργάζονται δίπλα μας, σε υπηρεσίες δήμων ή άλλων φορέων, για να «εξαργυρώσουν» μικρές ποινές, που τους έχουν επιβληθεί, και να κερδίσουν με την παροχή εργασίας την ελευθερία τους.
Είναι ο κ. Νίκος, που σκουπίζει καθημερινά πεζοδρόμια, ο κ. Γιάννης, που περιποιείται το πάρκο, και τόσοι άλλοι, δεκάδες άνθρωποι, που προσφέρουν αμισθί υπηρεσίες, κάνοντας χρήση του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας για μικρές ποινές, αυτές, που πριν χρόνια, η αδυναμία να εξαγορασθούν, θα τους οδηγούσε στην φυλακή.
Η οικονομική κρίση αλλά και η απλοποίηση των όρων και διαδικασιών για την έκτιση ποινών μη σοβαρών εγκλημάτων, μέσω κοινωφελούς εργασίας, που εισήγαγε το υπουργείο Δικαιοσύνης, λειτούργησαν καθοριστικά για την ισχυροποίηση και αποδοχή του θεσμού. Όπως, δε, προκύπτει από τα στοιχεία του υπουργείου, το ενδιαφέρον για χρήση της ρύθμισης, τόσο από καταδικασθέντες, όσο και από φορείς, που προσφέρονται για να τους απασχολήσουν, είναι διαρκώς αυξανόμενο.
Ειδικότερα, με τον πρόσφατο νόμο του υπουργείου για τον «εξορθολογισμό και τη βελτίωση στην απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης» δίνεται η δυνατότητα σε καταδικασθέντες σε ποινές φυλάκισης έως τριών ετών, που αδυνατούν να πληρώσουν για τη μετατροπή της ποινής τους, να παρέχουν κοινωφελή εργασία σε φορείς, που έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα. Ο νόμος, που στοχεύει και στο κρίσιμο θέμα της αποσυμφόρησης των φυλακών, δίνει δυνατότητα παροχής εργασίας του καταδικασθέντος και προς τον παθόντα, εφόσον ο ίδιος συναινεί.
Σύμφωνα με τον νόμο, για έναν χρόνο ποινής φυλάκισης προβλέπονται από 100 έως 240 ώρες εργασίας, για έναν έως δύο χρόνια φυλάκισης από 241 έως 480 ώρες εργασίας και για δύο έως τρία χρόνια φυλάκισης από 481 έως 720 ώρες εργασίας.
Σε δήλωσή του στο Αθηναϊκό Πρακοτρείο, ο ειδικός γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρίνος Σκανδάμης, τονίζει:
"Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου μας, πιστεύοντας βαθιά στην αξία του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας, με τον νέο νόμο απλοποίησε τους όρους και το πλαίσιο για να τεθεί κάποιος στο καθεστώς αυτό. Πρόκειται για θεσμό εναλλακτικής έκτισης της ποινής φυλάκισης, που διευκολύνει την επανένταξη των καταδικασθέντων με τον ηπιότερο δυνατό τρόπο, αποφεύγοντας τη "στιγματιστική" διάσταση, που ενέχει ο εγκλεισμός. Με αυτό τον τρόπο οι παρέχοντες κοινωφελή εργασία έχουν τη δυνατότητα να παραμένουν στο οικογενειακό τους περιβάλλον και να έχουν πλήρη κοινωνική και εργασιακή δραστηριότητα".
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης, οι αιτήσεις καταδικασθέντων για την παροχή κοινωφελούς εργασίας αυξάνονται διαρκώς, κάτι που ασφαλώς σχετίζεται τόσο με την ηπιότητα του μέτρου, όσο και με την οικονομική κρίση, που φέρνει πλέον συχνότερα ενώπιον της Δικαιοσύνης πολίτες -εμπόρους, βιοτέχνες κ.α- για οικονομικά αδικήματα, με ποινές τις οποίες αδυνατούν πλήρως να εξαγοράσουν.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία των εισαγγελιών της χώρας που διαθέτει το υπουργείο Δικαιοσύνης, οι αποφάσεις για παροχή κοινωφελούς εργασίας το 2005 ήταν 131, το 2006 156, το 2007 130, το 2008 214, το 2009 409 και το 2010 778, ενώ αναμένεται ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός για το 2011, οπότε εφαρμόζονται οι νέες διατάξεις. Σε όλη την Ελλάδα έχουν την ευθύνη για την επίβλεψη της κοινωφελούς εργασίας 53 επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής.
Ο κ. Σκανδάμης τονίζει ότι αντίστοιχη ανταπόκριση έχει ο θεσμός και από φορείς που πλέον επιθυμούν να εντάσσουν καταδικασθέντες σε υπηρεσίες τους. "Παράλληλα, αυξήθηκε πανελλαδικά ο αριθμός των φορέων που υποδέχονται άτομα για παροχή κοινωφελούς εργασίας σε 285, γεγονός που σηματοδοτεί μία νέα αντίληψη για τους καταδικασθέντες, μακριά από προκαταλήψεις του παρελθόντος", λέει.
Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για δήμους σε όλη την Ελλάδα, νοσοκομεία, ΜΚΟ, την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και υπηρεσίες του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας, ως συνέχεια εκείνου της μετατροπής της ποινής, εφαρμόζεται πολλά χρόνια τώρα σε πολλές χώρες του κόσμου και φαίνεται πως αποτελεί αποτέλεσμα μίας μεγάλης συζήτησης, που ξεκίνησε στον δυτικό κόσμο πριν δεκαετίες και εντάθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σχετικά με τη φυλάκιση και τις επιβλαβείς συνέπειες του μέτρου σε πρόσωπα χαμηλής και μεσαίας παραβατικότητας. Τότε αναπτύχθηκε τάση για μείωση στη στέρηση της ελευθερίας και αναζήτηση άλλων τρόπων και μεθόδων, πιο ήπιων, λιγότερο επιβαρυντικών για την προσωπικότητα και την ψυχολογία προσώπων «ελαφριάς παραβατικότητας».
Από τη δεκαετία του 1960 ακόμα, η Βρετανία ξεκίνησε να καθιερώνει την παροχή κοινωφελούς εργασίας για περιπτώσεις καταδικασθέντων σε μη σοβαρά αδικήματα.
Η φιλοσοφία της παροχής κοινωφελούς εργασίας είχε εισαχθεί στη γηραιά Αλβιόνα από το 1600, οπότε η βασίλισσα εισήγαγε ως ποινή, για περιπτώσεις καταδίκων επί μεσαίας βαρύτητας αδικημάτων, την παροχή υπηρεσιών στο Ναυτικό.
Στην Ελλάδα η δυνατότητα μετατροπής της ποινής κράτησης σε χρηματική ποινή, ή πρόστιμο, θεσμοθετήθηκε επί κυβερνήσεως Βενιζέλου το 1911, με στόχο να αντιμετωπίσει τα μειονεκτήματα «των βραχυχρονίων κατά της ελευθερίας ποινών», ενώ το 1924 πρωτοεμφανίστηκε σε σχέδιο για τη σύνταξη του Νέου Ποινικού Κώδικα η παροχή προσωπικής εργασίας σε περιπτώσεις αδυναμίας πληρωμής χρηματικής ποινής.
Ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας συντελείται ουσιαστικά το 1991, με όρους, ωστόσο, που ουσιαστικά δεν διευκόλυναν την εφαρμογή του. Σταδιακά έγιναν αρκετές βελτιωτικές παρεμβάσεις, χωρίς όμως να διακρίνεται η σταθερή επιθυμία του νομοθέτη να διευκολύνει, τα μεμονωμένα πρόσωπα στο να αποφύγουν τον εγκλεισμό, αλλά και το κράτος στην αντιμετώπιση του υπερπληθυσμού των φυλακών με την αντίστοιχη εκτίναξη του κόστους συντήρησης.
Η πρόσφατη πρωτοβουλία του αρμόδιου υπουργείου, που κρίνεται ως θετική στην αντιμετώπιση αυτής της παραμέτρου ήρθε σε χρονική στιγμή που τα χωρητικότητας 9.000 θέσεων σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας φιλοξενούν σχεδόν 12.000 κρατούμενους.
news247
Εργάζονται δίπλα μας, σε υπηρεσίες δήμων ή άλλων φορέων, για να «εξαργυρώσουν» μικρές ποινές, που τους έχουν επιβληθεί, και να κερδίσουν με την παροχή εργασίας την ελευθερία τους.
Είναι ο κ. Νίκος, που σκουπίζει καθημερινά πεζοδρόμια, ο κ. Γιάννης, που περιποιείται το πάρκο, και τόσοι άλλοι, δεκάδες άνθρωποι, που προσφέρουν αμισθί υπηρεσίες, κάνοντας χρήση του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας για μικρές ποινές, αυτές, που πριν χρόνια, η αδυναμία να εξαγορασθούν, θα τους οδηγούσε στην φυλακή.
Η οικονομική κρίση αλλά και η απλοποίηση των όρων και διαδικασιών για την έκτιση ποινών μη σοβαρών εγκλημάτων, μέσω κοινωφελούς εργασίας, που εισήγαγε το υπουργείο Δικαιοσύνης, λειτούργησαν καθοριστικά για την ισχυροποίηση και αποδοχή του θεσμού. Όπως, δε, προκύπτει από τα στοιχεία του υπουργείου, το ενδιαφέρον για χρήση της ρύθμισης, τόσο από καταδικασθέντες, όσο και από φορείς, που προσφέρονται για να τους απασχολήσουν, είναι διαρκώς αυξανόμενο.
Ειδικότερα, με τον πρόσφατο νόμο του υπουργείου για τον «εξορθολογισμό και τη βελτίωση στην απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης» δίνεται η δυνατότητα σε καταδικασθέντες σε ποινές φυλάκισης έως τριών ετών, που αδυνατούν να πληρώσουν για τη μετατροπή της ποινής τους, να παρέχουν κοινωφελή εργασία σε φορείς, που έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα. Ο νόμος, που στοχεύει και στο κρίσιμο θέμα της αποσυμφόρησης των φυλακών, δίνει δυνατότητα παροχής εργασίας του καταδικασθέντος και προς τον παθόντα, εφόσον ο ίδιος συναινεί.
Σύμφωνα με τον νόμο, για έναν χρόνο ποινής φυλάκισης προβλέπονται από 100 έως 240 ώρες εργασίας, για έναν έως δύο χρόνια φυλάκισης από 241 έως 480 ώρες εργασίας και για δύο έως τρία χρόνια φυλάκισης από 481 έως 720 ώρες εργασίας.
Σε δήλωσή του στο Αθηναϊκό Πρακοτρείο, ο ειδικός γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρίνος Σκανδάμης, τονίζει:
"Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου μας, πιστεύοντας βαθιά στην αξία του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας, με τον νέο νόμο απλοποίησε τους όρους και το πλαίσιο για να τεθεί κάποιος στο καθεστώς αυτό. Πρόκειται για θεσμό εναλλακτικής έκτισης της ποινής φυλάκισης, που διευκολύνει την επανένταξη των καταδικασθέντων με τον ηπιότερο δυνατό τρόπο, αποφεύγοντας τη "στιγματιστική" διάσταση, που ενέχει ο εγκλεισμός. Με αυτό τον τρόπο οι παρέχοντες κοινωφελή εργασία έχουν τη δυνατότητα να παραμένουν στο οικογενειακό τους περιβάλλον και να έχουν πλήρη κοινωνική και εργασιακή δραστηριότητα".
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης, οι αιτήσεις καταδικασθέντων για την παροχή κοινωφελούς εργασίας αυξάνονται διαρκώς, κάτι που ασφαλώς σχετίζεται τόσο με την ηπιότητα του μέτρου, όσο και με την οικονομική κρίση, που φέρνει πλέον συχνότερα ενώπιον της Δικαιοσύνης πολίτες -εμπόρους, βιοτέχνες κ.α- για οικονομικά αδικήματα, με ποινές τις οποίες αδυνατούν πλήρως να εξαγοράσουν.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία των εισαγγελιών της χώρας που διαθέτει το υπουργείο Δικαιοσύνης, οι αποφάσεις για παροχή κοινωφελούς εργασίας το 2005 ήταν 131, το 2006 156, το 2007 130, το 2008 214, το 2009 409 και το 2010 778, ενώ αναμένεται ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός για το 2011, οπότε εφαρμόζονται οι νέες διατάξεις. Σε όλη την Ελλάδα έχουν την ευθύνη για την επίβλεψη της κοινωφελούς εργασίας 53 επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής.
Ο κ. Σκανδάμης τονίζει ότι αντίστοιχη ανταπόκριση έχει ο θεσμός και από φορείς που πλέον επιθυμούν να εντάσσουν καταδικασθέντες σε υπηρεσίες τους. "Παράλληλα, αυξήθηκε πανελλαδικά ο αριθμός των φορέων που υποδέχονται άτομα για παροχή κοινωφελούς εργασίας σε 285, γεγονός που σηματοδοτεί μία νέα αντίληψη για τους καταδικασθέντες, μακριά από προκαταλήψεις του παρελθόντος", λέει.
Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για δήμους σε όλη την Ελλάδα, νοσοκομεία, ΜΚΟ, την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και υπηρεσίες του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας, ως συνέχεια εκείνου της μετατροπής της ποινής, εφαρμόζεται πολλά χρόνια τώρα σε πολλές χώρες του κόσμου και φαίνεται πως αποτελεί αποτέλεσμα μίας μεγάλης συζήτησης, που ξεκίνησε στον δυτικό κόσμο πριν δεκαετίες και εντάθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σχετικά με τη φυλάκιση και τις επιβλαβείς συνέπειες του μέτρου σε πρόσωπα χαμηλής και μεσαίας παραβατικότητας. Τότε αναπτύχθηκε τάση για μείωση στη στέρηση της ελευθερίας και αναζήτηση άλλων τρόπων και μεθόδων, πιο ήπιων, λιγότερο επιβαρυντικών για την προσωπικότητα και την ψυχολογία προσώπων «ελαφριάς παραβατικότητας».
Από τη δεκαετία του 1960 ακόμα, η Βρετανία ξεκίνησε να καθιερώνει την παροχή κοινωφελούς εργασίας για περιπτώσεις καταδικασθέντων σε μη σοβαρά αδικήματα.
Η φιλοσοφία της παροχής κοινωφελούς εργασίας είχε εισαχθεί στη γηραιά Αλβιόνα από το 1600, οπότε η βασίλισσα εισήγαγε ως ποινή, για περιπτώσεις καταδίκων επί μεσαίας βαρύτητας αδικημάτων, την παροχή υπηρεσιών στο Ναυτικό.
Στην Ελλάδα η δυνατότητα μετατροπής της ποινής κράτησης σε χρηματική ποινή, ή πρόστιμο, θεσμοθετήθηκε επί κυβερνήσεως Βενιζέλου το 1911, με στόχο να αντιμετωπίσει τα μειονεκτήματα «των βραχυχρονίων κατά της ελευθερίας ποινών», ενώ το 1924 πρωτοεμφανίστηκε σε σχέδιο για τη σύνταξη του Νέου Ποινικού Κώδικα η παροχή προσωπικής εργασίας σε περιπτώσεις αδυναμίας πληρωμής χρηματικής ποινής.
Ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας συντελείται ουσιαστικά το 1991, με όρους, ωστόσο, που ουσιαστικά δεν διευκόλυναν την εφαρμογή του. Σταδιακά έγιναν αρκετές βελτιωτικές παρεμβάσεις, χωρίς όμως να διακρίνεται η σταθερή επιθυμία του νομοθέτη να διευκολύνει, τα μεμονωμένα πρόσωπα στο να αποφύγουν τον εγκλεισμό, αλλά και το κράτος στην αντιμετώπιση του υπερπληθυσμού των φυλακών με την αντίστοιχη εκτίναξη του κόστους συντήρησης.
Η πρόσφατη πρωτοβουλία του αρμόδιου υπουργείου, που κρίνεται ως θετική στην αντιμετώπιση αυτής της παραμέτρου ήρθε σε χρονική στιγμή που τα χωρητικότητας 9.000 θέσεων σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας φιλοξενούν σχεδόν 12.000 κρατούμενους.
news247
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου