ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: Eagainst.com
Στο κεντρικότερο σημείο της σκηνής βέβαια, θα στέκει αγέρωχος ο Αντώνης Σαμαράς, χαρισματικός ηθοποιός που το Holly(Bolly)wood έχασε από τα χέρια του την τελευταία στιγμή, καθώς τον κέρδισε η πολιτική, και ειδικότερα το ακροδεξιό Δίκτυο 21. Χαρακτηριστικότερες στιγμές της μιντιακής του καριέρας υπήρξαν η συμβολή του στην πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη (πατέρα της Ντόρας), η αντιμνημονιακή του πορεία μέχρι την υπογραφή του μνημονίου, αλλά και οι συνεχείς αλλαγές πολιτικής στάσης, προφανώς ανάλογα με τις υποδείξεις των επικοινωνιολόγων ή, ίσως, με προσωπικές εμπνεύσεις της στιγμής…. Δίπλα του, φυσικά, θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την Ντόρα Μπακογιάννη, εγγυήτρια της σταθερότητας, η οποία αποχώρησε από τη ΝΔ επειδή ψήφισε το μνημόνιο, δημιούργησε νέο κόμμα που ψήφισε και το δεύτερο μνημόνιο, και επανεντάχθηκε στο οικογενειακό της κόμμα, ώστε να επαναδιαπραγματευτεί… το μνημόνιο συνεχίζοντας βέβαια να πιστεύει πως «αν δεν υπήρχε το Μνημόνιο θα έπρεπε να το εφεύρουμε». Βέβαια, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και άλλα επιφανή στελέχη, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, ο οποίος μετά από αφωνία λίγων ετών, επανεμφανίζεται στη σκηνή με φρέσκια φωνή, αναγεννημένος από την καταστροφική πενταετία της διακυβέρνησης του αλλά και διάφορα άλλα παιδιά του κομματικού σωλήνα, που προβάλλονται στα τηλεπαράθυρα ως φρέσκα πρόσωπα, όπως ο πρώην πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Παπανικολάου, ή το στέλεχος του πρωθυπουργικού γραφείου του Καραμανλή και γόνος γνωστής πολιτικής οικογένειας, Κεφαλογιάννης.
Ο μέσος «κεντροδεξιός», λοιπόν, ο οποίος έχει συνηθίσει να ψηφίζει «ώστε να μην βγει το ΠΑΣΟΚ», έχει βαθιά ριζωμένη στην πολιτική του συνείδηση την κουλτούρα των δίπολων (Πασόκ ή ΝΔ, Δεξιά ή Αριστερά) , των διλημμάτων (Παπανδρέου ή Μητσοτάκης, Σαμαράς ή Βενιζέλος, μνημόνιο ή αντιμνημόνιο, ευρώ ή δραχμή) και του ψυχροπολεμικού αντικομμουνισμού (καθώς ως μόνη τους επαφή με τον «Κομμουνισμό» είναι ο κρατικός καπιταλισμός της ΕΣΣΔ και οι ξύλινες φανφάρες της Παπαρήγα και του τραγικού ελληνικού σταλινισμού ή τα αδιάφορα δημοσιεύματα των γνωστών γραφικών ακροαριστερών σχηματισμών που με το πρώτο τους ανάγνωσμα αφήνουν την εντύπωση πως πρόκειται για σέχτες που ξέχασαν πως δεν ζούμε πλέον στο 1920). Αλλά το ερώτημα παραμένει αναπάντητο: πώς μπορεί να χάψει ο μέσος ψηφοφόρος της ΝΔ αυτή την κακόγουστη φάρσα;
Η έρευνα αυτή κανονικά θα έπρεπε να γίνει από νευρολόγο (όχι από ψυχίατρο ή ψυχολόγο – όχι κατ’ αρχήν τουλάχιστον), αλλά εμείς θα προσπαθήσουμε να το δούμε όσο πιο πολιτικά μας επιτρέπει αυτή η πολιτική παραδοξότητα:
Τι μπορεί να υπάρχει άραγε στο μυαλό ενός «κεντροδεξιού» ψηφοφόρου του κόμματος του Α. Σαμαρά; Ποιά είναι η πολιτική φυσιογνωμία αυτού του ανθρώπου τελικά; Είναι κεφαλαιοκράτης και εξυπηρετεί τα συμφέροντά του; Είναι νέος επιχειρηματίας, τζιμάνι των αγορών, όπως ο κεντροδεξιός αποστάτης… Τζήμερος που θα μπορούσε κάλλιστα ν’ αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία του Θατσερισμού ή οι διάφοροι σαλτιμπάγκοι θαυμαστές του Μίλτον Φρίντμαν, όπως οι Μάνος, Ανδριανόπουλος κλπ; Είναι ακροδεξιός; Είναι εθνικιστής; Είναι πατριώτης ή ευρωπαϊστής; Μήπως είναι κοινωνικά και πολιτικά μπερδεμένος, θύμα αυτής της μάστιγας της απο-πολιτικοποίησης των τελευταίων δεκαετιών; Ή μήπως είναι ένας άνθρωπος που απλά και μόνο, όποτε αποφασιστεί να ζητηθεί η λαϊκή ετυμηγορία…, θα ρίξει εντός της κάλπης το ψηφοδέλτιο της μεγάλης κεντρο-άκρο-δεξιάς παράταξης, όπως ακριβώς έκαναν χρόνια τώρα οι γονείς του, οι παππούδες του και όλοι του οι συγγενείς (πάππου προς πάππου δεξιοί); Είναι, λοιπόν, και αυτή μια εκδοχή, (ολοένα και μειούμενη): η οικογενειακή παράδοση στην πολιτική κατεύθυνση (και αυτό δεν αφορά μόνο τους ψηφοφόρους της ΝΔ, αλλά, σχεδόν κάθε παράταξης), κατά την οποία η ίδια η οικογένεια μετατρέπεται σε κομματικό φυτώριο, περνώντας το φάκελο της ψήφου απαράλλαχτο, από γενιά σε γενιά. Με την εξάπλωση του διαδικτύου και την παράλληλη ελευθερία πρόσβασης σε οποιαδήποτε πληροφορία και την ανταλλαγή απόψεων που άρχισε να πραγματοποιείται μέσα σε αυτοδιαχειριζόμενους κοινωνικούς χώρους και συνελεύσεις, οι σκεπτόμενοι νέοι έχουν τη δυνατότητα να έλθουν σε επαφή με την πολιτική και να απεμπλακούν τόσο από την επίσημη παραπληροφόρηση όσο και από την κληρονομικότητα της κομματικής ταυτότητας – μια νοοτροπία που το μόνο που καταφέρνει είναι να δημιουργεί εμπόδια σε κάθε προσπάθεια για πραγματική κοινωνική χειραφέτηση, κρατώντας εγκλωβισμένους χιλιάδες πολίτες στην πολιτική απραξία και την έλλειψη κριτικής επιλογής. Βέβαια, τα εκπαιδευτικά συστήματα που εφαρμόστηκαν όλα αυτά τα χρόνια φρόντισαν ώστε να μην καλλιεργηθεί η κριτική σκέψη, η αυτονομία σκέψης και δράσης και να υιοθετηθεί η άκριτη αναπαραγωγή της κυρίαρχης στάσης-κουλτούρας, μετατρέποντας τον πολίτη σε πελάτη και κομματικό φερέφωνο.
Μια άλλη εκδοχή μπορεί να είναι η συστηματική καλλιέργεια του φόβου από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία συστρατεύονται πάντα ενάντια σε οποιαδήποτε κοινωνική αλλαγή, προωθώντας τις θέσεις των εταιρικών συμφερόντων, από τα οποία φυσικά εξαρτάται και η επιβίωση τους. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά, όταν η δημόσια τηλεόραση (η οποία λειτουργεί σαν κρατική), ελέγχεται άμεσα από το εκάστοτε κομματικό Υπουργείο και τα ιδιωτικά μέσα ελέγχονται από επιχειρηματίες, διαφημιζόμενες εταιρίες και διαπλεκόμενα πολιτικά συμφέροντα; Οι πολίτες δέχονται καθημερινά δόσεις πολιτικής τρομοκρατίας είτε με εκβιαστικά διλήμματα, είτε με συνεχείς ψευδείς κινδυνολογίες του τύπου: σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ η Ελλάδα θα μετατραπεί σε τριτοκοσμική χώρα και οι πολίτες θα κυκλοφορούν στους δρόμους με Καλάσνικοφ ληστεύοντας ο ένας τον άλλον, είτε με διαστρέβλωση της πραγματικότητας, με συνοδεία φυσικά της απαραίτητης δόσης γκλάμουρ και φτηνής ψυχαγωγίας. Έτσι, η πολιτική έγινε συνώνυμο της αντιπαράθεσης αστείων και γραφικών περσόνων, του ξύλινου λόγου, του καθορισμού της πολιτικής ατζέντας από τα επιτελεία διαφημιστών, κατευθυνόμενων πολιτικών αναλυτών και επικοινωνιολόγων, έτσι ώστε να συμβιβαστούμε στην επιλογή του «μικρότερου κακού» και πως «νομοτελειακά αυτός είναι ο κόσμος, αυτή είναι η καλύτερη δυνατή κοινωνία που μπορούμε να πετύχουμε» και πως «η δική μας δράση έχει μηδενικές επιπτώσεις στην αλλαγή των καταστάσεων προς το καλύτερο».
Στη χώρα που οι ακροδεξιοί παρουσιάζονται ως κεντρώοι με ευρωπαϊκό-πατριωτικό προσανατολισμό (ολόκληρος ο προαναφερόμενος θίασος), οι νεοφιλελεύθεροι ως φιλελεύθεροι (Τζήμερος, Μάνος κλπ.) ή σοσιαλιστές (τόσο σοσιαλιστές όσο ο Γ.Α. Παπανδρέου, Ο Θ. Πάγκαλος, Ο Μ. Χρυσοχοίδης, ο Α. Λοβέρδος ή η Α. Διαμαντοπούλου), οι σοσιαλδημοκράτες/νεωτεριστές ως αριστεροί (Κουβέλης), οι ρεφορμιστές ως αριστεριστές και όλοι μαζί ως πατριώτες, σε μια χώρα όπου οι σταλινικοί παρουσιάζονται ως κομμουνιστές και μοναδικοί εκφραστές του λαού, ως αυτοί που έχουν την μοναδική συνταγή της επιτυχίας στο τσεπάκι τους (σπάνια περίπτωση, βέβαια, να βρεθεί χώρα όπου να υπάρχουν πολίτες που να θεωρούν πως ένα καθεστώς σαν αυτό του Στάλιν θα μπορούσε ν΄ αποτελεί μια καλή εναλλακτική προοπτική στην καπιταλιστική βαρβαρότητα), όπου οι ελπίδες για αλλαγή εκφράζονται μέσα από τις ασυναρτησίες και επιεικώς πρόχειρες οικονομικές αναλύσεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α είτε από θεωρίες πως πάντοτε πίσω απ’ όλα κρύβεται μια σκοτεινή συνωμοσία ενώ ταυτόχρονα μας ψεκάζουν αεροπλάνα από ψηλά (βλ.το κόμμα του Πάνου Καμμένου) δεν έχουμε παρά να πούμε ότι:
Τόσο κεντροδεξιό και φιλοευρωπαϊκό κόμμα όπως της Ν.Δ. είχαμε να δούμε από την εποχή που η δεξιά κυβερνούσε με νοθείες, παρακράτος, γερμανοτσολιάδες και πολίτες να εξαναγκάζονται σε υπογραφή δηλώσεων πολιτικών φρονημάτων (για να σιγουρευτεί η κυρίαρχη τάξη ότι δεν πρόκειται περί κομμουνιστικού Σοβιετικού δάκτυλου).
Τόσο πατριωτικό κόμμα, όπως των χρυσών αυγών, είχαμε να δούμε από την εποχή του Χίτλερ
Τόσο φιλελεύθερο κόμμα από την εποχή της Θάτσερ.
Τόσο σοσιαλιστικό κόμμα από την εποχή του Τόνι Μπλερ.
Τόσο κομμουνιστικό κόμμα από την εποχή του μεγάλου πατερούλη Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς.
Τόσο ανατρεπτική αριστερά από τον καιρό του Ούλοφ Πάλμε.
[1] Άδωνις: ο Ηρόδοτος λέει να ψηφίζεις Καρατζαφέρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου